Η Τζέιν Όστεν γεννήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 1775 στο Στήβεντον της Αγγλίας. Ήταν παιδί κληρικού και καθηγητή της Οξφόρδης. Μεγάλωσε σε ένα αρκετά ανοιχτό, για τα δεδομένα της εποχής, σπίτι και έλαβε ιδιωτική παιδεία σε σχολείο της Οξφόρδης, μετά από επιθυμία του πατέρα της. Είχε μεγάλη αδυναμία στην κατά δύο χρόνια μεγαλύτερή της αδερφή, Κασσάνδρα, με την οποία μάλιστα έμειναν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής της. Η Τζέιν ξεκίνησε να διαβάζει νουβέλες από αρκετά μικρή ηλικία. Το 1783 αρρώστησε από τύφο και έφτασε κοντά στον θάνατο. Αφού ανάρρωσε, συνέχισε τα μαθήματά της, παρέα πάντα με την αδερφή της, αυτή τη φορά σε σχολείο του Ρέντινγκ, ως το 1786, οπότε και επέστρεψαν στην πατρική οικία. Από τα 11 μέχρι τα 17 της, η Τζέιν έγραφε ασταμάτητα, έργα τα οποία μείνανε σε συλλογές ως τα πρώιμα γραπτά της. Οι συλλογές περιελάμβαναν διηγήματα, γράμματα, ποιήματα, προσευχές αλλά και τμήματα του ημερολογίου της. Τα ωριμότερα έργα της ξεκίνησε να τα γράφει μετά το 1796. Το 1803 έγινε η πρώτη απόπειρα για να εκδώσει έργο της, το οποίο όμως ο εκδότης ενώ αγόρασε τα δικαιώματα, δεν εξέδωσε ποτέ. Η Όστεν τα αγόρασε πίσω το 1816. Το 1800 ο πατέρας της αποφάσισε να αποσυρθεί από τα καθήκοντά του ως κληρικού και μετακόμισαν στο Μπαθ. Πέντε χρόνια αργότερα έχασε τη ζωή του και, έτσι, ξεκίνησε μια περίοδος δυσκολιών ως προς τη στέγαση των δύο αδερφών. Τη λύση θα δώσει λίγα χρόνια αργότερα, το 1809, ο αδερφός τους, Φρανκ, ο οποίος τις πήρε για να μείνουν σε ένα βοηθητικό κτήριο που διέθετε στο κτήμα του, στο Τσώτον. Εκεί συνέχισαν την ζωή τους ήρεμα, βοηθώντας στις δουλειές του αγρού, χωρίς πολλή κοινωνικοποίηση, παρά μόνο για να βοηθήσουν φτωχό κόσμο να μάθει γραφή και ανάγνωση. Το 1816 η υγεία της Τζέιν κλονίστηκε, πιθανότατα από κάποια μορφή καρκίνου. Δεν σταμάτησε βέβαια να γράφει και να τελειοποιεί τα έργα της, ως τις 18 Μαρτίου 1817, ημερομηνία της τελευταίας της σημείωσης. Απεβίωσε λίγους μήνες αργότερα, στις 18 Ιουλίου 1817.
Η Τζέιν Όστεν έμεινε στην ιστορία ως μια από τις δημοφιλέστερες γυναίκες συγγραφείς της Αγγλίας διαχρονικά, με τα έργα της να μεταφράζονται σε δεκάδες γλώσσες. Την αναγνώριση δεν την έλαβε όσο ήταν εν ζωή, παρά μόνο από τις αρχές του 20ου αιώνα και έπειτα. Τα διασημότερα από τα μυθιστορήματά της είναι τα: Λογική και ευαισθησία (1811), Περηφάνια και προκατάληψη (1813), Μάνσφιλντ Παρκ (1814), Έμμα (1815), Το Αββαείο του Νορθάνγκερ (1817), Πειθώ (1817), Σάντιτον (1817) κ.α.
"Δεν θέλω οι άνθρωποι να είναι καλόβολοι, γιατί έτσι γλιτώνω από τον κόπο να τους συμπαθήσω."
"Ο εγωισμός πρέπει πάντα να συγχωρείται, ξέρετε, επειδή δεν υπάρχει ελπίδα θεραπείας."